(Π.Δ. 67/2000) Καθορισμός υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων και ελεγκτών ιατρών και των φαρμακοποιών και επιβολή κυρώσεων για παράβαση των υποχρεώσεων

(Π.Δ. 121/2008) Καθορισμός των υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων ιατρών και των φαρμακοποιών, καθώς και των σχετικών κυρώσεων
29 Οκτωβρίου, 2011
Οδηγίες και διατάξεις τήρησης του βιβλίου προχορήγησης φαρμάκων
29 Οκτωβρίου, 2011
(Π.Δ. 121/2008) Καθορισμός των υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων ιατρών και των φαρμακοποιών, καθώς και των σχετικών κυρώσεων
29 Οκτωβρίου, 2011
Οδηγίες και διατάξεις τήρησης του βιβλίου προχορήγησης φαρμάκων
29 Οκτωβρίου, 2011
Εμφάνιση όλων

(Π.Δ. 67/2000) Καθορισμός υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων και ελεγκτών ιατρών και των φαρμακοποιών και επιβολή κυρώσεων για παράβαση των υποχρεώσεων

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 67/2000

Καθορισμός υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων και ελεγκτών ιατρών και των φαρμακοποιών και επιβολή κυρώσεων για παράβαση των υποχρεώσεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 20 του ν. 2458/97 Σύσταση κλάδου κύριας ασφάλισης αγροτών και άλλες διατάξεις (Α 15), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του ν.2737/99 Μεταμοσχεύσεις ανθρωπίνων ιστών και οργάνων και άλλες διατάξεις (Α 174). 2. Την αρ. οικ. 1749/4-11-98 κοινή Απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Φοίβο Ιωαννίδη (Β 1171). 3. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν.1558/1985 Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα (ΦΕΚ Α 137), που προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (ΦΕΚ Α 154) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.2α του Ν.2469/1997 (ΦΕΚ Α 38). 4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος των Ασφαλιστικών Φορέων και του κρατικού προϋπολογισμού. 5. Την 7/2000 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αποφασίζουμε: Άρθρο 1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ –ΣΚΟΠΟΣ Καθορίζονται ενιαία για το Δημόσιο και όλους τους φορείς και κλάδους ασθένειας αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά την παροχή φαρμακευτικής περίθαλψης: α. Οι υποχρεώσεις των θεραπόντων ιατρών. β. Οι υποχρεώσεις των ελεγκτών ιατρών. γ. Οι υποχρεώσεις των συμβεβλημένων φαρμακοποιών. δ. Οι υποχρεώσεις του Δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών. ε. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση μη τήρησης των ανωτέρω υποχρεώσεων και ο καταλογισμός των ευθυνών λόγω ζημίας που προκύπτει στο Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Άρθρο 2 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΘΕΡΑΠΟΝΤΩΝ ΙΑΤΡΩΝ Α. Οι θεράποντες ιατροί, σύμφωνα με τον κανονισμό περίθαλψης του Δημοσίου και κάθε ασφαλιστικού οργανισμού, κατά τη συνταγογράφηση στους ασφαλισμένους υποχρεούνται: 1. να ενεργούν σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής ηθικής και της δεοντολογίας. 2. Να εφαρμόζουν τα προβλεπόμενα στους κανονισμούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του Δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών και να τηρούν τους όρους των συμβάσεών τους. 3. Να ελέγχουν το βιβλιάριο υγείας και να διαπιστώνουν εάν το πρόσωπο που προσέρχεται για εξέταση ταυτίζεται με αυτό που αναγράφεται ή εικονίζεται στο βιβλιάριο υγείας βεβαιώνοντας ότι υπάρχει ασφαλιστική ικανότητα. 4. Να εξετάζουν τον ασφαλισμένο πριν χορηγήσουν τη συνταγή. 5. Να συνταγογραφούν από τον κατάλογο συνταγογραφουμένων ιδιοσκευασμάτων (λίστα) και να τηρούν τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας που ισχύει κάθε φορά, όσον αφορά τη συνταγογράφηση ιδιοσκευασμάτων ως αναντικατάστατων και τη συνταγογράφηση φαρμάκων για τα οποία απαιτείται ειδική διαδικασία. 6. Να συνταγογραφούν ιδιοσκευάσματα φαρμακευτικής δράσης σχετικής με την νόσο και μόνο για νοσήματα της ειδικότητάς τους. 7. Να ελέγχουν από το βιβλιάριο υγείας τυχόν προηγούμενη φαρμακευτική αγωγή, για την ίδια νόσο, ώστε να αποφεύγεται η συνταγογράφηση ιδιοσκευασμάτων η δραστική ουσία των οποίων έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική στο συγκεκριμένο ασθενή ή ακατάλληλη για την περίπτωσή του. 8. Να μην επαναλαμβάνουν τη συνταγή φαρμάκων, εφόσον από τη δοσολογία και το χρόνο λήψης δεν δικαιολογείται η ανάλωση των χορηγηθέντων με την προηγούμενη συνταγή. 9. Να συμπληρώνουν ευανάγνωστα και με ακρίβεια όλα τα στοιχεία επί του εντύπου της συνταγής και να αναγράφουν το ποσοστό συμμετοχής (%) του ασφαλισμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 1902/90 και του άρθρου 34 του Ν. 2676/99, όπως ειδικότερα ισχύουν κάθε φορά. Συνταγές με διορθώσεις δεν εκτελούνται, εκτός εάν υπάρχει επί των διορθώσεων υπογραφή και σφραγίδα του γιατρού. 10. Να αναγράφουν μόνο ένα εμβαλάγιο στις περιπτώσεις οξέων περιστατικών όταν εκτιμούν ότι η διάγνωση δεν είναι απόλυτα ασφαλής και κρίνουν ότι για το λόγο αυτό, δεν υπάρχει βεβαιότητα για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Περισσότερα του ενός εμβαλαγίου και μέχρι δύο συνταγογραφούνται μόνο εφόσον κρίνεται απολύτως αναγκαίο, συγκεκριμένη θεραπευτική αγωγή του ασθενούς να συνεχισθεί για χρονικό διάστημα, για το οποίο δεν επαρκεί το ένα εμβαλάγιο. 11. Να χορηγούν επαναλαμβανόμενη συνταγή τρίμηνης διάρκειας μόνο για παθήσεις της ειδικότητάς τους στους ασθενείς ασφαλισμένους που πάσχουν από χρόνιες παθήσεις και ακολουθούν σταθερή θεραπευτική αγωγή. Για την εν λόγω συνταγή χρησιμοποιούνται τρία συνεχή φύλλα του συνταγολογίου. Το κάθε φύλλο της επαναλαμβανόμενης συνταγής αριθμείται από τον ιατρό, ο οποίος και αναγράφει στο κάθε ένα από αυτά τις λέξεις επαναλαμβανόμενη συνταγή. Το κάθε φύλλο εκτελείται χωριστά ανά μήνα από το φαρμακοποιό. Το δεύτερο ή τρίτο φύλλο της επαναλαμβανόμενης συνταγής μπορεί να προσκομίζεται στο φαρμακείο για εκτέλεση και μέχρι 5 ημέρες νωρίτερα ή αργότερα από την αναγραφόμενη στο κάθε φύλλο ημερομηνία. 12. Να μην προτρέπουν με οποιοδήποτε τρόπο τους ασφαλισμένους να εκτελούν τις εκδιδόμενες συνταγές σε συγκεκριμένο φαρμακείο και να μην προσκομίζουν οι ίδιοι τις συνταγές στο φαρμακείο για εκτέλεση. 13. Οι αγροτικοί ιατροί υποχρεούνται να συνταγογραφούν στα οξέα περιστατικά μόνο ένα εμβαλάγιο ανά ιδιοσκεύασμα. Επίσης συνταγογραφούν επαναλαμβανόμενη συνταγή για χρονίως πάσχοντες ασφαλισμένους μόνο βάσει γνωμάτευσης του ιατρού ειδικότητας και για όσο χρόνο έχει καθορίσει αυτός και πάντως όχι πέραν της διετίας από την έκδοση της γνωμάτευσης. Τις αυτές υποχρεώσεις έχουν και οι ιατροί χωρίς ειδικότητα που συνάπτουν συμβάσεις με το Δημόσιο ή ασφαλιστικούς οργανισμούς υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 περ. στ΄ του παρόντος διατάγματος. Β. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, ανεξάρτητα τυχόν ποινικών ευθυνών, αποτελεί: 1. για τους ιατρούς του ΕΣΥ καθώς και τους ιατρούς, μονίμους ή επί συμβάσει, των ασφαλιστικών οργανισμών, πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για κάθε κατηγορία. 2. για τους ιατρούς τους συμβεβλημένους με το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, λόγω διακοπής της σύμβασης που κρίνεται από τα αρμόδια όργανά τους. 3. για τους μη συμβεβλημένους ιατρούς, λόγω αποκλεισμού κάθε συνεργασίας με το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Σε κάθε περίπτωση οι παραβάσεις των ιατρών γνωστοποιούνται και στον οικείο ιατρικό σύλλογο, προκειμένου να διερευνήσει την υπόθεση και να επιβάλει τις προβλεπόμενες πειθαρχικές κυρώσεις. Γ. Με αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών, καταλογίζεται σε βάρος του ιατρού η ζημία που επήλθε στο Δημόσιο και στον ασφαλιστικό οργανισμό, εξαιτίας της μη τήρησης των υποχρεώσεων του παρόντος άρθρου. Άρθρο 3 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΙΑΤΡΩΝ Α. Οι αρμόδιοι ελεγκτές ιατροί κάθε ασφαλιστικού οργανισμού και του δημοσίου οφείλουν να ελέγχουν τη συνταγογράφηση εφαρμόζοντας τις διατάξεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος, τα προβλεπόμενα στους κανονισμούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών, τη σχετική γενική νομοθεσία και τις εγκυκλίους των αρμοδίων Υπουργείων και των ασφαλιστικών οργανισμών που εκδίδονται κάθε φορά, περί του τρόπου, χρόνου και όρων παροχής φαρμακευτικής περίθαλψης. Ειδικότερα οι ελεγκτές ιατροί οφείλουν να ελέγχουν την ορθή συμπλήρωση κάθε συνταγής σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ/τος 88/98 (Α 82), όπως ισχύει κάθε φορά, τον αριθμό των χορηγούμενων εμβαλαγίων ανά ιδιοσκεύασμα, την αξία κάθε συνταγής, τον αριθμό των συνταγών που χορηγεί ο ιατρός ανά μήνα για κάθε ασθενή ασφαλισμένο, την αναγραφή ιδιοσκευασμάτων από τη λίστα , την πιστή εφαρμογή των διατάξεων για τη συνταγογράφηση ιδιοσκευασμάτων ως αναντικατάστατων των διατάξεων για την επαναλαμβανόμενη συνταγή, τη μη αναγραφή φαρμάκων από ιατρούς διαφορετικής με την πάθηση ειδικότητας, την ορθή αναγραφή του ποσοστού συμμετοχής στην αγορά των φαρμάκων ανάλογα με την πάθηση του ασθενούς ασφαλισμένου, την υπερκατανάλωση φαρμάκων καθώς και την τήρηση της προθεσμίας των 5 εργασίμων ημερών μέσα στην οποία πρέπει να γίνεται η θεώρηση της συνταγής. Β. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, ανεξάρτητα τυχόν ποινικών ευθυνών επισύρει τις κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους Γ. και Δ. του άρθρου 3 του παρόντος προεδρικού διατάγματος. Άρθρο 4 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΩΝ Α. Οι φαρμακοποιοί που συμβάλλονται είτε ατομικά είτε συλλογικά με το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, υποχρεούνται: 1. να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος, τις διατάξεις της νομοθεσίας και των οδηγιών των αρμοδίων Υπουργείων περί του τρόπου, χρόνου και όρων παροχής φαρμακευτικής περίθαλψης και να τηρούν τους όρους των συμβάσεών τους. 2. να έχουν σε άμεση ζήτηση τα φάρμακα που αναγράφονται στον κατάλογο συνταγογραφουμένων ιδιοσκευασμάτων. 3. να εξυπηρετούν με προθυμία τους ασφαλισμένους και να τους δίνουν κάθε αναγκαία πληροφορία που έχει σχέση με τα φάρμακα τα οποία παραδίδουν σε αυτούς. 4. να εκτελούν οι ίδιοι ή οι αντικαταστάτες τους πιστά κάθε συνταγή που έχει εκδοθεί κανονικά και προσκομίζεται για εκτέλεση εμπρόθεσμα (εντός 5 εργασίμων ημερών από την έκδοσή της). Συνταγή που περιέχει φάρμακα εκτός λίστας πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύεται από ειδική γνωμάτευση του θεράποντα ιατρού που να δικαιολογεί τη χορήγηση φαρμάκων ως αναντικατάστατων. Συνταγή που φέρει διορθώσεις ή ξέσματα που δεν έχουν βεβαιωθεί από το θεράποντα ιατρό ή δεν είναι θεωρημένη, όπου αυτό απαιτείται, δεν είναι έγκυρη. Η συνταγή απαραίτητα συνοδεύεται από το βιβλιάριο υγείας του ασφαλισμένου. Η τυχόν εκτέλεση συνταγής που δεν έχει συνταχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας, στερεί από το φαρμακοποιό το δικαίωμα να εισπράξει την αξία της από το Δημόσιο ή τον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό. Επίσης δεν έχει δικαίωμα είσπραξης της αξίας της συνταγής από το Δημόσιο ή τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, εφόσον δεν είναι θεωρημένη από το αρμόδιο όργανο του φορέα: α) όταν η αξία της ξεπερνά τις 20.000 δρχ. Το ποσό αυτό μπορεί να κατανέμεται σε δύο συνταγές το μήνα, β) για κάθε συνταγή πέραν των δύο ανά μήνα, ανεξαρτήτως ποσού, γ) για κάθε συνταγή που περιλαμβάνει ψυχότροπα ή ναρκωτικά φάρμακα, όπως αυτά καθορίζονται στις διατάξεις του ν.1729/87, ανεξαρτήτως της αξίας τους. Τα ανωτέρω ψυχότροπα ή ναρκωτικά φάρμακα συνταγογραφούνται στο συνταγολόγιο καθώς και στην ειδική συνταγή. (Αντικαταστάθηκαν (ΦΕΚ 6/2001) ως εξής: α) όταν η αξία της ξεπερνά τις 20.000 δρχ. β) για κάθε συνταγή που περιλαμβάνει ψυχότροπα ή ναρκωτικά φάρμακα, πλην των αναφερομένων στον Πίνακα Δ και στην κατηγορία ΓΣ του άρθρου 4 του Ν. 1729/87 (Α΄ 144) όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 2716/1999 (Α΄ 96) ανεξαρτήτως της αξίας τους. Τα ανωτέρω ψυχότροπα ή ναρκωτικά φάρμακα συνταγογραφούνται στο συνταγολόγιο ή στην ειδική συνταγή. 5. να εκτελούν τη συνταγή τη στιγμή που προσκομίζεται. Η συνταγή δεν επιτρέπεται να παραμένει στο φαρμακείο ανεκτέλεστη. Αν ο φαρμακοποιός δεν έχει όλα τα φάρμακα που αναγράφονται στη συνταγή είναι δυνατή μερική εκτέλεση αυτής. Στην περίπτωση μερικής εκτέλεσης, στο πίσω μέρος της συνταγής αναγράφονται τα φάρμακα που δεν παραδόθηκαν και τίθεται η χρονολογία και η υπογραφή του φαρμακοποιού και του ασφαλισμένου. Ο ασφαλισμένος επανέρχεται, μέσα στην προβλεπόμενη ημερομηνία των 5 εργασίμων ημερών, για την ολική της εκτέλεση. 6. να συμπληρώνουν κανονικά και με ευκρίνεια τη συνταγή και στις προβλεπόμενες σ αυτή θέσεις να επικολλούν τις ταινίες γνησιότητας των φαρμάκων προσέχοντας να είναι εμφανείς οι κωδικοί και οι γραμμωτοί κώδικες αυτών, να αναγράφουν την ημερομηνία εκτέλεσης της συνταγής, να συμπληρώνουν τον κωδικό τους, ο οποίος είναι ο αριθμός μητρώου τους στο ΤΣΑΥ, να επιθέτουν τη σφραγίδα τους, στην οποία απαραίτητα πρέπει ν αναφέρεται ο ΑΦΜ τους και να υπογράφουν. 7. να εισπράττουν μόνο το χρηματικό ποσό της συμμετοχής του ασφαλισμένου, εάν προβλέπεται συμμετοχή του στη δαπάνη αγοράς των φαρμάκων. Η είσπραξη της συμμετοχής του ασφαλισμένου στη δαπάνη των φαρμάκων είναι υποχρεωτική, για το φαρμακοποιό. Συμψηφισμός της συμμετοχής αυτής με μερική εκτέλεση της συνταγής, απαγορεύεται. 8. να μην κρατούν στο φαρμακείο βιβλιάρια υγείας των ασφαλισμένων και συνταγολόγια. Τα βιβλιάρια υγείας και τα συνταγολόγια παραδίδονται μαζί με τα φάρμακα αμέσως στον ασφαλισμένο ή τον απεσταλμένο του. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος ξεχάσει το βιβλιάριο υγείας ή το συνταγολόγιό του στο χώρο του φαρμακείου, ο φαρμακοποιός οφείλει να το παραδώσει μέσα σε 48 ώρες στον ίδιο ή στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα ή στην εκδούσα αρχή. Σε περίπτωση επαναλαμβανόμενης συνταγής ο φαρμακοποιός κρατά μόνο τη συνταγή που εκτελεί κάθε φορά. Η φύλαξη στο φαρμακείο ανεκτέλεστων φύλλων από επαναλαμβανόμενη συνταγή απαγορεύεται. 9. να μην κρατούν στο φαρμακείο ταινίες γνησιότητας αποκολλημένες από τα εμβαλάγια και μη επικολλημένες στις συνταγές ή συσκευασίες ιδιοσκευασμάτων χωρίς ταινίες γνησιότητας. 10. να μην έχουν οποιαδήποτε συνεργασία με ιατρούς με σκοπό την κατά παραγγελία συνταγογράφηση. 11. να μην προχορηγούν φάρμακα εκτός εάν η προχορήγηση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της 1044425/323/0015/10-4-96 (ΦΕΚ Β 303) απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών, όπως ισχύει κάθε φορά, σχετικά με την τήρηση ειδικού βιβλίου διάθεσης φαρμάκων από τα φαρμακεία. 12. να αριθμούν εντός 48 ωρών τις συνταγές που έχουν εκτελέσει με αύξουσα συνεχή αρίθμηση μηνιαία για το Δημόσιο ή ανά ασφαλιστικό οργανισμό και να τις καταχωρούν στο τέλος κάθε μήνα σε ειδικές καταστάσεις φυσικών ή μαγνητικών μέσων ανά οργανισμό. Όλες οι συνταγές και οι ειδικές καταστάσεις τηρούνται και διατηρούνται υποχρεωτικά στο φαρμακείο. (Αντικαταστάθηκαν (ΦΕΚ 6/2001) ως εξής: 12. να αριθμούν εντός τριών (3) εργασίμων ημερών τις συνταγές που έχουν εκτελέσει με αύξουσα συνεχή αρίθμηση μηνιαία για το Δημόσιο ή ανά ασφαλιστικό οργανισμό και να τις καταχωρούν στο τέλος κάθε μήνα σε ειδικές καταστάσεις φυσικών ή μαγνητικών μέσων ανά οργανισμό. Όλες οι συνταγές και οι ειδικές καταστάσεις τηρούνται και διατηρούνται υποχρεωτικά στο φαρμακείο. 13. να υποβάλλουν το λογαριασμό τους μαζί με τις καταστάσεις στις αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ατομικές ή συλλογικές συμβάσεις, τις αποφάσεις και τις εγκυκλίους των αρμόδιων Υπουργείων, του Δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών. 14. να επιτρέπουν, σε οποιαδήποτε εργάσιμη ημέρα και ώρα την είσοδο στο φαρμακείο των εντεταλμένων οργάνων των Υπουργείων και των ασφαλιστικών οργανισμών, για έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος, των όρων των συμβάσεων και των οριζομένων στις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων. Στα εντεταλμένα για έλεγχο όργανα ο συμβεβλημένος φαρμακοποιός οφείλει να παρέχει κάθε πληροφορία και κάθε στοιχείο που θα ζητηθεί από αυτά. Β. Τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα προβαίνουν σε ελέγχους στα φαρμακεία προς διαπίστωση της τηρήσεως των αναφερομένων στο παρόν άρθρο, υποχρεώσεων των φαρμακοποιών. Τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα μπορούν να καλούν τους ασθενείς προκειμένου να διαπιστώσουν τη χορήγηση των αναγραφομένων στη συνταγή φαρμάκων. Γ. Η παράβαση από το συμβεβλημένο φαρμακοποιό του παρόντος συνεπάγεται, πέραν των τυχόν ποινικών κυρώσεων, την επιβολή των εξής κυρώσεων σωρευτικά: 1. Πρόστιμο, για κάθε παράβαση που διαπιστώνεται, κυμαινόμενο ανάλογα με τη συχνότητα και σοβαρότητα της παράβασης από 20% έως και 40% επί της αξίας των συνταγών του Δημοσίου και του ασφαλιστικού οργανισμού που εκτελέστηκαν από το φαρμακείο το μήνα κατά τον οποίο έγινε η παράβαση. Σε περίπτωση μη έγκαιρης καταβολής το πρόστιμο εισπράττεται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. 2. Καταγγελία της σύμβασης μονομερώς από την πλευρά του Δημοσίου ή του ασφαλιστικού οργανισμού. Νέα σύμβαση δεν μπορεί να συναφθεί πριν από την παρέλευση έτους από την καταγγελία. Δ. Για τις κατωτέρω αναφερόμενες παραβάσεις πλην των προαναφερομένων κυρώσεων, επιβάλλεται επιπλέον και πρόστιμο από 1.000.000 έως 10.000.000 δρχ. α. Μη παράδοση από το φαρμακοποιό ή τον αντικαταστάτη του στο φαρμακείο, των φαρμάκων που αναγράφονται στη συνταγή και χρέωσή τους στο Δημόσιο ή στον ασφαλιστικό οργανισμό. β. Παράδοση άλλων φαρμάκων ή ειδών από εκείνα που αναγράφει η συνταγή. γ. Εύρεση στο χώρο του φαρμακείου ιδιοσκευασμάτων χωρίς ταινίες γνησιότητας καθώς και εύρεση ή χρησιμοποίηση ταινιών γνησιότητας πλαστών ή επαναχρησιμοποιημένων ή παραποιημένων ή με σβησμένες ενδείξεις ή ταινιών, από τις οποίες έχει διαγραφεί με οποιοδήποτε τρόπο η ένδειξη κρατικό είδος . δ. Ανεύρεση και παράνομη χρήση συνταγολογίων ή βιβλιαρίων υγείας ασφαλισμένων. ε. Άρνηση ή παρεμπόδιση με οποιοδήποτε τρόπο του ελέγχου που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παρ. Β του παρόντος άρθρου. (Αντικαταστάθηκαν (ΦΕΚ 6/2001) ως εξής: Γ. Η παράβαση από το συμβεβλημένο φαρμακοποιό των υποχρεώσεών του όπως καθορίζονται από το παρόν συνεπάγεται, εκτός των ενδεχόμενων ποινικών κυρώσεων ή των διοικητικών που προβλέπονται από την κείμενη φαρμακευτική νομοθεσία όπως αυτή ισχύει κάθε φορά και την επιβολή των εξής κυρώσεων: 1. Πρόστιμο, για κάθε παράβαση που διαπιστώνεται, κυμαινόμενο ανάλογα με τη συχνότητα και σοβαρότητα της παράβασης από 5% έως και 30% επί της αξίας των συνταγών του Δημοσίου και του ασφαλιστικού οργανισμού που εκτελέστηκαν από το φαρμακείο το μήνα κατά τον οποίο έγινε η παράβαση. Ειδικά για την περίπτωση εύρεσης στο φαρμακείο ταινιών γνησιότητας που είναι αποκολλημένες από τα εμβαλάγια, το πρόστιμο καθορίζεται στο πενταπλάσιο (5πλάσιο) της αξίας των ιδιοσκευασμάτων που αντιστοιχούν οι ταινίες. 2. Για τις κατωτέρω αναφερόμενες παραβάσεις πλην των αναφερομένων στην παρ. 1 του παρόντος, επιβάλλεται επιπλέον και πρόστιμο από 1.000.000 έως 10.000.000 δρχ.: α) Μη παράδοση από τον φαρμακοποιό ή τον αντικαταστάτη του στο φαρμακείο, των φαρμάκων που αναγράφονται στη συνταγή και χρέωσή τους στο Δημόσιο ή στον ασφαλιστικό οργανισμό. β) Παράδοση άλλων φαρμάκων ή ειδών από εκείνα που αναγράφει η συνταγή. γ) Εύρεση στο χώρο του φαρμακείου ή χρησιμοποίηση ταινιών γνησιότητας πλαστών ή επαναχρησιμοποιημένων ή παραποιημένων ή με σβησμένες ενδείξεις ή ταινίες, από τις οποίες έχει διαγραφεί με οποιοδήποτε τρόπο ή ένδειξη «κρατικό είδος». δ) Ανεύρεση και παράνομη χρήση συνταγολογίων ή βιβλιαρίων υγείας ασφαλισμένων. ε) Άρνηση ή παρεμπόδιση με οποιοδήποτε τρόπο του ελέγχου που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παρ. Β του άρθρου 2 του Π.Δ.67/2000. 3. Καταγγελία της σύμβασης μονομερώς από την πλευρά του Δημοσίου ή του ασφαλιστικού οργανισμού. Νέα σύμβαση δεν μπορεί να συναφθεί πριν από την παρέλευση έτους από την καταγγελία. Δ. Σε περίπτωση μη έγκαιρης καταβολής των προστίμων, τα ποσά αυτά εισπράττονται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ». Ε. Σε κάθε περίπτωση οι παραβάσεις των φαρμακοποιών γνωστοποιούνται και στον οικείο φαρμακευτικό σύλλογο, προκειμένου να διερευνήσει την υπόθεση και να επιβάλει τις προβλεπόμενες πειθαρχικές κυρώσεις. ΣΤ. Οι ανωτέρω κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση των αρμόδιων οργάνων του Δημοσίου και κάθε ασφαλιστικού οργανισμού, μετά την παροχή από το φαρμακοποιό σχετικών εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται μέσα σε δέκα ημέρες από την ημέρα που έλαβε το σχετικό έγγραφο. Κατά της αποφάσεως αυτής ο φαρμακοποιός δύναται να ασκήσει μέσα σε τριάντα ημέρες από την κοινοποίησή της προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας για το Δημόσιο, ενώπιον του Διοικητή του Ιδρύματος για το ΙΚΑ και ενώπιον του ΔΣ του ασφαλιστικού φορέα, για τους λοιπούς οργανισμούς. Μέχρι την παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας καθώς και σε περίπτωση άσκησης προσφυγής, μέχρι της έκδοσης της σχετικής απόφασης αναστέλλεται η εκτέλεση της επιβολής κυρώσεων. Άρθρο 5 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ Το Δημόσιο και οι φορείς και κλάδοι ασθένειας αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποχρεούνται: α. να προμηθεύουν με συνταγολόγια τους ασφαλισμένους τους και τα μέλη της οικογενείας τους. Κατά τη χορήγηση κάθε νέου συνταγολογίου αναγράφεται στο βιβλιάριο ασθενείας του ασφαλισμένου η ημερομηνία παράδοσης καθώς και ο αύξων αριθμός του συνταγολογίου. Το παλαιό συνταγολόγιο ακυρώνεται και παραμένει στα χέρια του ασφαλισμένου. β. να ελέγχουν την κατανάλωση φαρμάκων των ασφαλισμένων και να προβαίνουν σε συστάσεις όταν κρίνεται αναγκαίο. γ. να παρακολουθούν τη συνταγογράφηση των ιατρών και το έργο των ελεγκτών ιατρών. δ. να θεωρούν με τους ελεγκτές τους τις συνταγές που χρειάζονται θεώρηση σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περίπτωση 4, της παραγράφου Α, του άρθρου 4 του παρόντος. ε. να εκκαθαρίζουν και να εξοφλούν εντός ευλόγου χρόνου τους λογαριασμούς των φαρμακείων. (Αντικαταστάθηκε (ΦΕΚ 6/2001) ως εξής: ε. να εκκαθαρίζουν και να εξοφλούν τους λογαριασμούς των φαρμακείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους κανονισμούς των ασφαλιστικών οργανισμών. Επίσης προστίθενται τα εδάφια (ΦΕΚ 120/2001): Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΓΓΚΑ), υποχρεούνται να καταβάλλουν στο φαρμακοποιό, ανεξάρτητα από το χρόνο ελέγχου και εκκαθάρισης του λογαριασμού του, ύστερα από πρόχειρο λογιστικό έλεγχο και μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, το πληρωτέο ποσό μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή του λογαριασμού. Εάν κατά τον έλεγχο και την εκκαθάριση του λογαριασμού προκύψει τελικό ποσό μικρότερο του αιτηθέντος από το φαρμακοποιό και εξοφληθέντος ποσού, η διαφορά παρακρατείται από τους επόμενους λογαριασμούς του φαρμακοποιού. Σε περίπτωση μη υποβολής νεότερου λογαριασμού, η διαφορά αυτή αναζητείται από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα, κατά τις κείμενες διατάξεις περί αναγκαστικής είσπραξης των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών. στ. να μη συνάπτουν συμβάσεις με ιατρούς χωρίς ειδικότητα, εκτός εάν σε ορισμένη περιοχή της χώρας δεν υπάρχουν ειδικευμένοι γιατροί. Προστίθεται το παρακάτω εδάφιο (ΦΕΚ123/2003): Από τον περιορισμό αυτό εξαιρούνται οι ιατροί οι οποίοι κατά την ημερομηνία ισχύος του Π.Δ/τος 67/2000 είχαν συνάψει συμβάσεις με το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και είχαν συμπληρώσει 7 χρόνια από τη λήψη της άδειας άσκησης επαγγέλματος, για τους οποίους δεν ισχύουν οι περιορισμοί του εδαφ. β της παρ. 13 του άρθρου 2 του Π.Δ/τος 67/2000. ζ. να επιβάλλουν τις προβλεπόμενες κυρώσεις, όπου απαιτείται. η. να μην αναθέτουν καθήκοντα θεραπευτού ιατρού και ελεγκτού στο αυτό πρόσωπο. Άρθρο 6 ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Στο τέλος του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 2 του Π.Δ/τος 88/98 προστίθεται διάταξη ως ακολούθως: «Ειδικά για το ΙΚΑ το νέου τύπου συνταγολόγιο εξακολουθεί να παραμένει στα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία του όργανα συνταγογράφησης. Τα νέου τύπου συνταγολόγια θα διατίθενται σταδιακά στους ασφαλισμένους του Ιδρύματος και πάντως όχι αργότερα από τις 30-7-2000». Άρθρο 7 ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Κάθε αντίθετη διάταξη προς τις διατάξεις του παρόντος καταργείται. Η ισχύς του διατάγματος αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.

Αθήνα, 29 Φεβρουαρίου 2000

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΥΓΕΙΑΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΥΦΥΠ. ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ ΦΟΙΒΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ